Μες στου νου την πλημμυρίδα
στης καρδιάς την καταιγίδα
τις ποιητικές μου ρήσεις
και βαθιές μου αναλύσεις,
μπαίνεις μέσα στα πλάνα μου
κι εσύ- όπως η μάνα μου!
Στις
αδέξιες στιγμές μου
και τις παγερές σιωπές μου
στου ονείρου την απάτη
στου παράδεισου τον χάρτη.
Στα χρώματα της Κυριακής
στον ίλιγγο της Εθνικής
σε στιχάκια χαρισμένα
και σε ναύλα πληρωμένα,
θέση κρατάς στα πλάνα μου
-του λογισμού σουλτάνα μου!
Στου βουνού την αρμονία
και σε λαϊκή πορεία
στη χαμένη την παρτίδα
την ημιθανή ελπίδα,
βρίσκεσαι μες στα πλάνα μου
-μόνο εσύ κι η μάνα μου.
Στην βελέντζα για το κρύο
και στο πιο γλυκό αντίο
μες στου δειλινού το τάσι
και του φεγγαριού τη χάση.
Στης χόβολης -βαρύ καφέ
και στο λικέρ απ’ τον μπουφέ
στη φλόγα που τριζοβολά
και σ’ ένα άστρο που κυλά.
Πώς σ΄ αγαπώ ρε μάνα μου…
σε θέλω μες στα πλάνα μου!